ΝΑΟΙ - ΕΞΩΚΚΛΗΣΙΑ - ΚΑΙ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΥΑΣ
Ένας τόπος που στην αρχαιότητα γέννησε μια θρησκεία η οποία επηρέασε την πορεία και την εξέλιξη του ελληνικού και κατ΄ επέκταση και του ευρωπαϊκού πολιτισμού, δεν μπορεί παρά να κατοικείται και σήμερα από ευσεβείς ανθρώπους. Τούτο καταδεικνύει η πληθώρα, σε σχέση με τον πληθυσμό, λατρευτικών χώρων. Πέντε ναοί εντός του οικισμού, τέσσερα εξωκκλήσια, δυο μοναστήρια και ένα πλήθος προσκηνηταριών είναι οι αδιάψευστοι μάρτυρες της βαθειάς θρησκευτικότητας και πίστης των Καρυωτών.
Οι ναοί εντός του οικισμού, είναι
1 – Ο Ναός του αγίου Νικολάου
Ο Ιερός τούτος ενοριακός ναός του Αγίου Νικολάου για 200 χρόνια στάθηκε το κέντρο της πνευματικής και κοινωνικής ζωής του χωριού μας.
΄Ολα τα σημαντικά γεγονότα της ανθρώπινης ύπαρξης ,της δικής μας και των προγόνων μας, εδώ συντελέστηκαν και συντελούνται.
Όπως λέει και ο Γεώργιος Αθάνας
Στη δική μας εκκλησία
όλοι μας,εκεί στη μέση
χριστιανοί στην κολυμβήθρα
γίναμε κλαψαριστά
θα γελάσουμε μια μέρα
και γαμπροί στην ίδια θέση
θα σωπάσουμε μιαν άλλη
με τα μάτια μας κλειστά.
Δεν έχουμε καμία αναφορά, γραπτή ή προφορική ότι στη θέση ετούτη υπήρχε νωρίτερα κάποιος άλλος Ναός. Η παράδοση αναφέρει πως, η παλαιότερη εκκλησία είναι, αυτή της Αγίας Παρασκευής που βρίσκεται στο κέντρο του χωριού. Πως και γιατί αφιερώθηκε ο ναός τούτος στον Άγιο Νικόλαο δεν το γνωρίζουμε.
Πάντως σ’ ολόκληρη την Θεσσαλία τιμάται ιδιαίτερα αφού ένα μεγάλο ποσοστό των ενοριακών ναών είναι αφιερωμένος σ’ αυτόν.
Σύμφωνα με στοιχεία που πήραμε από το επίσημο Ημερολόγιο της Εκκλησίας της Ελλάδας στις 5 επισκοπές της Θεσσαλίας 81 ναοί είναι αφιερωμένοι στον Αγ. Νικόλαο.
Από αυτούς μόνο το 17% βρίσκονται στις Επισκοπές Δημητριάδος και Λάρισας που έχουν θάλασσα. Το 83% βρίσκεται στις Επισκοπές Θεσσαλιώτιδας, Τρίκης και Ελασσόνος. Δηλαδή οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι ο Άγιος δεν είναι πολύ γνωστός στη Θεσσαλία ως προστάτης των θαλασσινών.
Εντύπωση μας προκαλεί και η πανήγυρις. Το χωριό δεν πανηγυρίζει την ημέρα της γιορτής του Πολιούχου Αγ. Νικολάου, ούτε της Αγ. Παρασκευής που ευνοούν οι καιρικές συνθήκες αλλά στα εννιάμερα της Παναγίας.
Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως και ο Ναός της Αγ. Παρασκευής είναι
νεότερος της Μονής της Παναγίας που καταστράφηκε γύρω στο 120-130 αιώνα και οι κάτοικοι του χωριού δεν θέλησαν να αγνοήσουν μια παράδοση που υπήρχε από την εποχή όπου <<εβασίλευον οι Χριστιανοί>>
Κατά την παράδοση ο Ναός του Αγ. Νικολάου κτίστηκε με χρήματα που προσέφερε ο Μπέης της Λάρισας Νακούμπ Εφέντης που το 1777 ίσως και λίγο νωρίτερα, έκανε με άνομα και δόλια μέσα την Καρυά τσιφλίκι του.
Αν αναλογιστούμε πως οι χριστιανοί από τη δεκάτη που έδιναν με το τιμαριακό καθεστώς έφταναν να πληρώνουν έως και το 50% του ακαθάριστου προ’ι’όντος ,είναι πολύ πιθανόν να έγινε τούτο προς εξευμενισμό των Καρυωτών.
Σύμφωνα με την ανάγλυφη επιγραφή της μαρμάρινης εντοιχισμένης πλάκας που βρίσκεται στην Ανατολική πλευρά του Ναού και η οποία είναι δυσανάγνωστη η θεμελίωση έγινε το 1805 όταν επίσκοπος Πλαταμώνος ήταν ο Γεράσιμος (1798-1822).
Αποπερατώθηκε το 1807,όπως μαρτυρεί η πλάκα της Δυτικής πλευράς.
Τα εγκαίνια πρέπει να έγιναν το 1809.Τούτο το συμπεραίνουμε από τη χρονολογία
που φέρει η εικόνα του Αρχιερέα Χριστού της Β΄ ζώνης του Τέμπλου.
Ο Ναός κτίστηκε στο μέσον περίπου της Βόρειας πλευράς ενός ευρύχωρου,(1000τ.μ περίπου), οικοπέδου αφήνοντας ένα πλούσιο προαύλιο στη δυτική και Νότια πλευρά διαμορφωμένου σε 3 επίπεδα.
Το Ανατολικό χρησιμοποιήθηκε ως ταφικός χώρος των ιερέων. Σήμερα υπάρχουν οι τάφοι των Παπα-Γιαννούλη ( Γκόλτσιου) και Παπα-Βασίλη (Παπαιωάνου)
Ως προς την αρχιτεκτονική ,είναι τρίκλιτη, Βασιλική με τρούλο ,με εσωνάρθηκα και εξωνάρθηκα- στοά.
Είναι ο μόνος ναός του χωριού που σεβάστηκαν τόσο η φύση όσο και οι άνθρωποι.
Τρεις φορές έκαψαν το χωριό οι κατακτητές .Οι Τούρκοι το 1833 και 1878 και οι Γερμανοί το 1943. Μόνο τούτος ο ναός βγήκε αλώβητος από αυτές τις περιπέτειες.
Η γερή θεμελίωση του , η επιμελημένη και άριστη τοιχοδομή του,(ασβεστόκτιστος τοίχος πάχους 1,10 m) ενισχυμένη με 8 τετράγωνες κολώνες και ισχυρές ξυλοδεσιές άντεξε στην καταστροφική μανία των σεισμών.
Στα διακόσια χρόνια της ζωής του, έμεινε σχεδόν αναλλοίωτος. Ελάχιστες οι
κατοπινές παρεμβάσεις.
Οι δύο πύλες του ναού μικρές ,μόλις 1,50m ύψος αλλά εντυπωσιακές. Η Νότια, η κεντρική πύλη, σχηματίζεται από τρεις λαξεμένους ογκόλιθους από πράσινο σχιστόλιθο.
Στους δυο ορθογώνιους παραστάδες διαστάσεων 1,25*0,25m επικάθεται το
κοιλόκυρτο υπέρθυρο διαστάσεων 1,30*0,80m που φέρει τρεις λαξεμένους σταυρούς.
Πάνω απ’αυτό υπάρχει τύμπανο με την εικόνα του τιμώμενου Αγίου, του Αγίου Νικολάου.
Η θύρα,βαριάς κατασκευής στηριγμένη σε 2 σιδερένιους ρεζέδες στέρεα πακτωμένους στον τοίχο, κατασκευασμένη από χοντρά σανίδια που εξωτερικά φέρουν πλατυκέφαλα καρφιά, ενισχύεται ακόμη περισσότερο με άλλους οριζόντιους και χιαστί δοκούς.
Την ίδια περίπου κατασκευή είχε και η δυτική πύλη που οδηγεί στον
εσωνάρθηκα -γυναικωνίτη, με μικρές διαφορές. Το υπέρθυρο στο κάτω μέρος σχηματίζει μαίανδρο με ορθές γωνίες και το τύμπανο είναι κένο εικόνας. Λέω είχε, γιατί πριν μερικά χρόνια, αντικαταστάθηκε από μια σύγχρονη σιδερένια. Έμεινε μόνο η τεράστια δοκός που χρησιμοποιείται ως αμπάρα ασφαλείας, συρόμενη και απ’ τα δύο μέρη της πύλης βαθειά μέσα στον τοίχο.
Μέχρι το 2005 το πλακόστρωτο δάπεδο της εκκλησίας ήταν τρία σκαλοπάτια
χαμηλότερα του εξωτερικού χώρου. Γιατί άραγε; Για λόγους μυσταγωγίας και θρησκευτικής κατάνυξης ή γιατί τούτο το επέβαλλαν οι ανάγκες της εποχής; Πιθανόν. Γνωρίζουμε , πως όταν οι τούρκοι περιόριζαν το ύψος στους ναούς των χριστιανών, οι τεχνίτες έπαιρναν το ύψος που χρειαζόταν από τη γη.
Δύο κιονοστοιχίες διαιρούν τον κυρίως ναό σε τρία κλήτη. Ελκυστήρες, ξύλινα δοκάρια, δένδρινα, πελεκητά ,συνδέουν τις κολώνες μεταξύ τους και τους τοίχους του ναού και στηρίζουν τα τόξα των θόλων.
Τα τέσσερα δίλοβα σιδερόφρακτα παράθυρα της νότιας πλευράς με εσωτερικό άνοιγμα αυξανόμενο, είναι μικρά για τούτο το χώρο και δίνουν ελάχιστο φως.
Εκείνο που εντυπωσιάζει ιδιαίτερα τον επισκέπτη είναι οι δεκαπέντε φουρνικοί θόλοι, κατασκευασμένοι από πωρόλίθο, που καλύπτουν όλη την οροφή του κυρίως Ναού και του Ιερού.
Είναι μια θαυμάσια τεχνική κατασκευής τρούλων οι οποίοι είναι αθέατοι εξωτερικά και τη βρίσκουμε σε ελάχιστους Ναούς της εποχής.
Εντυπωσιακό ακόμη είναι το ξυλόγλυπτο εικονογραφημένο Τέμπλο του 1809 και ο Άμβωνας σε σχήμα κώνου που τον υποβαστάζει ο Ανανίας, αγιογραφημένος στις 9 πλευρικές επιφάνειες του με τον ξυλόγλυπτη περιστερά στο πάνω μέρος.
H κόχη του Ιερού, χωρίς ιδιαίτερο αγιογραφικό διάκοσμο, εσωτερικά ημικυκλική, εξωτερικά γίνεται πολυγωνική με τη βοήθεια των κάθετων μονόλιθων από λαξευτό πωρόλιθο που στηρίζουν τη στέγη του.
Δυτικά, ο κυρίως ναός χωρίζεται από διώροφο Νάρθηκα-Γυναικωνίτη (που βρίσκεται τέσσερα σκαλοπάτια ψηλότερα), με χοντρό ασβεστόχτιστο τοίχο όμοιο με αυτόν τον εξωτερικό.
Mία δίφυλλη ξύλινη θύρα και δύο καφασωτά παράθυρα δεξιά και αριστερά,
ήταν οι δίοδοι ακουστικοί μάλλον παρά οπτικοί ,επικοινωνίας του γυναικείου εκκλησιάσματος με τα επισυμβαίνονται στο Ναό.
Το πυκνό πλέγμα δεν επέτρεπε την οπτική επαφή ,για να μην υπάρχει πρόκληση ανάμεσα στα δύο φύλα και αποσπάται η προσοχή από τις ακολουθίες και αμαρτάνει ο νους. Ο φωτισμός κι εδώ λιγοστός από τα δύο νότια παράθυρα.
Ξύλινη σκάλα παλαιότερα οδηγούσε στο υπερώο-εξώστη του γυναικωνίτη.
Ανατολικά, τρία καφασωτά παράθυρα κι εδώ επέτρεπαν μόνο την ακουστική επικοινωνία με το Ναό.
Το ξύλινο πάτωμα, από χοντρές σανίδες αντικαταστάθηκε σήμερα από μπετόν όπως και η σκάλα.
Δύο νότια παράθυρα δίνουν το λιγοστό φως στο χώρο τούτο που πολλές γενεές Καρυωτών προσπάθησαν ν’ ανοίξουν τα μάτια τους στο φως της γνώσης.
Η σκεπή του, τετρακλινής, πλατοσκέπαστη αρχικά, αντικαταστάθηκε με κεραμίδια.
Ο τρούλος πολυγωνικός ,πλακοσκέπαστος με δύο σειρές ενσφηνομένους οπτόλινθους άτεχνος ομολογουμένως, φαίνεται πως δεν αποτελεί οργανικό κομμάτι του κτίσματος.
Πιθανόν να έγινε αργότερα για να εξυπηρετήσει όχι καλαισθητικούς αλλά πρακτικούς σκοπούς και συγκεκριμένα τον εξαερισμό του Ναού. Είναι κατά κάποιο τρόπο η καμινάδα του χώρου.
Το σημερινό κωδωνοστάσιο, τριώροφο με εσωτερική ξύλινη σκάλα ,κτίστηκε το 1863 με έξοδα της εκκλησίας και τη συνδρομή των αδελφών Κων/νου Γκόλτσιου Ιωάννη και Αντωνίου που τότε ήταν επίτροποι της εκκλησίας . Το πρώτο είχε κτιστεί μαζί με το Ναό στο νοτιοδυτικό άκρο του προαυλείου. Σώζονταν μέχρι τη δεκαετία του 1930 όπως θυμούνται μερικοί γέροντες.
Η Αγιογράφηση του Ναού συντελέστηκε τμηματικά. Η εξαίρετη εικονογράφηση του τέμπλου έγινε από 3 αγιογράφους, πιθανότατα σε διαφορετικούς περιόδους.
Η Β΄ ζώνη, οι Δεσποτικές, αγιογραφήθηκαν το 1809 σύμφωνα με τη χρονολογία που φέρει η εικόνα του Χριστού.
Οι δύο άλλες ζώνες, το δωδεκάορτο και τα λυπητερά από κάποιον άλλο Και οι δύο όμως ,έμπειροι αγιογράφοι ακολουθώντας τη μεταβυζαντινή τεχνοτροπία δίνουν ένα άριστο αισθητικό αποτέλεσμα που οδηγεί τον επισκέπτη σε μια ανάταση ψυχής.
Η Α΄ ζώνη, χαμηλά, φιλοτεχνήθηκε από κάποιο ζωγράφο λαϊκότροπα.
Δυστυχώς δεν εντοπίσαμε το όνομα κανενός αγιογράφου. Πιθανόν να μην άφησαν στοιχεία της ταυτότητάς τους.
Μέχρι τη δεκαετία του 1970 το ναό κοσμούσαν οι εικόνες του τέμπλου, τα ου αρχιερατικού θρόνου, του άμβωνα, οι τοιχογραφίες των τεσσάρων ευαγγελιστών στις βάσεις των τόξων του κεντρικού κλείτους, οι τοιχογραφίες των δύο αρχαγγέλων, δεξιά και αριστερά της πύλης που οδηγεί στο νάρθηκα, η Κοίμηση της Θεοτόκου στο υπέρθυρο (1937), έργο του Καρυώτη ζωγράφου, Δημήτρη Οικονομίδη και ένα πλήθος φορητών εικόνων.
Σήμερα, βέβαια, όλος ο ναός είναι κατάστιχος από πρόσφατο αγιογραφικό διάκοσμο .
Όπως είπα και στην αρχή η εκκλησία τούτη στάθηκε το κοινωνικό και πνευματικό κέντρο του χωριού.
Μαζί με το Ναό οι πρόγονοί μας έκτισαν και το πρώτο σχολικό κτίριο στη νότια-νοτιοανατολική άκρη του προαυλείου εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το καινούργιο κυλικείο-κατηχητικό.
Το στεγαστικό όμως πρόβλημα του σχολείου δεν λύθηκε. Ο Νάρθηκας του Ναού λειτούργησε ως σχολική αίθουσα για αρκετά χρόνια παλαιότερα και πρόσφατα για τέσσερα χρόνια (1950-54). Στα δύσκολα χρόνια που πέρασε ο τόπος μας η εκκλησία στήριξε την εκπαίδευση ηθικά και οικονομικά, αλλά και οι εκπαιδευτικοί διατηρούσαν στενές σχέσεις μαζί της και έγιναν οι αρωγοί και συμπαραστάτες στο έργο της.
Διαβάζουμε σε χειρόγραφο που υπάρχει στο αρχείο του Ναού : <Εν Καρυά Ολύμπου τη 18 Ιουλίου 1847. Ο Καθηγορίτης Γεώργιος από τον Τύρναβο, σχολάρχης στην Καρυά ,έγραψε το βίο και την Ακολουθεία του Αγίου Μοδέστου>>. Και παρακάτω:
<<Εν Καρυά τη 27 Ιανουαρίου 1876. Ο Αγοραστίδης Δημήτριος από την Ραψάνη, δάσκαλος στην Καρυά , έγραψε την Ακολουθία στη μνήμη του Στυλιανού του Πλαφαγώνος.
Σήμερα ο Αγ. Νικόλαος διέσωσε και φυλλάσει ένα πολύτιμο κομμάτι της Ιστορίας του τόπου μας:.
Γνωρίζουμε όλοι σε μεγάλες πόλεις και άλλους ναούς μεγαλόπρεπους και
επιβλητικούς .
Την ατμόσφαιρα όμως που δημιουργεί τούτος ο Ναός, ο δικός μας Ναός με το λιγοστό του φως, το ξυλόγλυπτο τέμπλο του, με την υπέροχη εικονογράφηση και τα κρυφά σταυροθόλια της οροφής του, δεν θα τη συναντήσουμε πουθενά αλλού. Είναι αυτή η κρυφή μυσταγωγία που μας οδηγεί σε υπερβατικές καταστάσεις και μας ωθεί να απαγγείλουμε μαζί με τον ποιητή
Πουθενά πιο μυρωμένο
δεν καπνίζει το λιβάνι
Πουθενά το καντηλάκι
δε σπιθάει πιο φωτεινό.
2- Ο Ναός της Αγίας Παρασκευής.
Μικρός μονόχωρος ναός στο κέντρο του οικισμού. Γραπτά στοιχεία για το χρόνο κατασκευής του δεν υπάρχουν. Κατά την παράδοση είναι η αρχαιότερη εκκλησία του χωριού. Έξω από τον περίβολο και βόρεια του ναού, βρέθηκαν αρκετοί χριστιανικοί τάφοι το 1954 κατά την τοποθέτηση των αγωγών ύδρευσης.
Σε τούτο το ναό στεγάστηκαν οι τρείς τάξεις του Δημ. Σχολείου για τρία χρόνια (1950-53) έως ότου επισκευασθεί το κατεστραμμένο από τους Γερμανούς σχολικό κτίριο.
Μετά τον επαναπατρισμό, και για 5-6 χρόνια απετέλεσε το λατρευτικό κέντρο των παλαιοημερολογιτών. Μετά το 1956, η επίσημη εκκλησία προασπίζοντας τα συμφέροντά της, τους εξεδίωξε σφραγίζοντας το ναό.
Ναός Αγ. Αθανασίου
Κοιμητηριακός ναός που βρίσκεται στο ΝΑ άκρο του χωριού. Κάηκε το 1943 από τους Γερμανούς και ξανακτίστηκε το 1946 από τους χωριανούς.
Ναός Αγ. Διονησίου
Ο νεότερος ναός της Καρυάς. Είναι ένας μικρός, περιποιημένος και όμορφος ναός στο Β ΒΔ άκρο του χωριού. Κτίστηκε από τους παλαιοημερολογίτες το 1973 σε οικόπεδο που δώρισε ο Κων. Ρόκος. Πρωτοστάτες στην ανέγερση οι Ζυγούρης Αθανάσιος, Τσιακμάκης Κων. Από τη Σκαμνιά και Πετρολέκας από τη Λάρισα. Η αγιογράφηση έγινε από το Δαούλα Δημήτριο από τη Βερδικούσια. Τους τοίχους του ναού κοσμούν και αρκετές φορητές εικόνες, δώρα προς το ναό από παλαιοημερολογήτικες εκκλησίες της Λάρισας και της Κατερίνης. Στα δυο κελιά του ναού, ζει σήμερα ένας καλόγηρος ο οποίος και περιποιείται το ναό.
Ναός Αγ. Ελευθερίου
Μονόχωρος ναός στο Β ΒΑ άκρο του χωριού. Ανεγέρθηκε από τους Καρυώτες το 1950 στη θέση του μετοχίου της Μονής Κλημάδων που πυρπολύθηκε το1943 από τους Γερμανούς. Εκτός των άλλων κτισμάτων, υπήρχε εδώ και ένας ναός αφιερωμένος στον Άγιο Παντελεήμονα.
Τα εξωκκλήσια της Καρυάς.
Τα εξωκκλήσια του χωριού, κτισμένα όλα από απλούς τεχνίτες, με υλικά της περιοχής, έχουν την ίδια σχεδόν λιτή αρχιτεκτονική γραμμή. Το εσωτερικό τους πανομοιότυπο. Τα αναλόγια δεξιά και αριστερά, λίγα στασίδια,, φορητές εικόνες στους τοίχους, τέμπλο απλό, λίγα θαμπά καντήλια, αγιογραφίες χωρίς καλλιτεχνικές αξιώσεις.
Μνημεία της θρησκευτικής μας παράδοσης, στέκουν εκεί στην ερημιά μοναχικά και γαλήνια, με ανασφάλιστες πόρτες , περιμένοντας τον ευλαβή επισκέπτη να ανάψει τα καντήλια του. Εδώ ο ξωμάχος της Καρυάς θα βρει καταφύγιο στις μπόρες και στα άσχημα καμώματα του καιρού. Εδώ και ο περαστικός διαβάτης , στο μεγαλείο της ταπεινότητας και ηρεμίας θα προσεγγίσει το θείο τόσο, όσο σε κανέναν άλλο πολύβουο λατρευτικό χώρο.
Τέσσερα είναι ταεξωκλησια
1.- Του Αγ. Γεωργίου.
Μονόχωρος ναός, λιθόκτιστος, με μικρά παράθυρα, πλακοσκέπαστος. Το προαύλειό του και αυτό στρωμένο με πλάκες της περιοχής. Είναι κτισμένος στο κέντρο του ομώνυμου και ερειπωμένου οικισμού, που εγκαταλείφθηκε από τους κατοίκους του ,πιθανόν τα χρόνια της μεγάλης επιδημίας πανώλης που χτύπησε όλη τη βόρειο Θεσσαλία κατά το 1812-14.
2.- Προφήτης Ηλίας ( Αι-Λιας)
Λιθόκτιστος ναός, στην ομώνυμη κορυφή του λόφου ΝΔ της Καρυάς. Απέχει από αυτή περίπου 4 χιλιόμετρα. Αγιογραφικά, και αρχιτεκτονικά δεν έχει να επιδείξει κάτι το ενδιαφέρον. Ο χώρος του όμως, εσωτερικός και εξωτερικός αποπνέει μια απέραντη γαλήνη και από το προαύλειό του ο επισκέπτης απολαμβάνει μια καταπληκτική θέα του κάμπου της Καρυάς και των κορυφών του Ολύμπου.
3.- Άγ. Νεκτάριος
Μονόχωρος, πετρόχτιστος ναός με καμπαναριό, ο οποίος δεσπόζει πάνω από την Καρυά με πανοραμική θέα. Στη θέση αυτή, το 1965, ο Αθ. Ζυγούρης, έκτισε ένα μικρό εικονοστάσι (προσκυνητάρι) προς τιμήν του Αγ. Νεκταρίου, σε ανάμνηση της θαυματουργικής ίασης της συζύγου του Ελένης. Αργότερα με πρωτοβουλία του δημιουργήθηκε ερανική Επιτροπή την οποία απετέλεσαν οι. Αθ. Ζυγούρης, Γρηγ. Παπαδημητρίου, Κων. Κουκουδήμος, Μαρία Καβαραντζή (Αμερικάνα) , Βάγια Δάσσιου, Ανδρονίκη Σαμαρά και Χρ. Φλίκας.. Με τις ενέργειες της Επιτροπής αυτής και την αρωγή όλων των Καρυωτών, εσωτερικού και εξωτερικού ,αποπερατώθηκε σύντομα ο ναός και έγιναν τα εγκαίνιά του το 1971.
4’- Παναγία η Φανερωμένη
Ο ναός είναι αφιερωμένος στην μνήμη της αποδόσεως της κοίμησης της θεοτόκου, και πανηγυρίζει στις 23 Αυγούστου. Είναι ένα εξωκλήσι όπως και τα υπόλοιπα χωρίς κάποια ιδιαιτερότητα. Κτίσθηκε πριν από πολλά χρόνια στη θέση παλαιού μοναστηριού που για άγνωστο λόγο καταστράφηκε τον ΙΒ ή ΙΓ αιώνα ή κατ΄ άλλους την εποχή που οι Λατίνοι εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλία. Εδώ βρέθηκε η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, που φυλάσσεται σήμερα στη μονή Ολυμπιώτισσας της Ελασσώνος και από την οποία πήρε το όνομα. Για την εικόνα αυτή, γράφει το 1788 μεταξύ άλλων ο Ανθιμος Ολυμπιώτης. «.. Πάντες οι περί τον Όλυμπον χριστιανοί έχουν μεγάλην ευλάβειαν εις την Κυρίαν Θεοτόκον και την ονομάζουσιν Ολυμπιώτισσα… Πλήν πως και τίνι τρόπω ήλθεν η αγία εικών εις το μοναστήριον τούτο είναι άδηλον και αγνώριστον……και δεν ηξεύρομεν άλλο παρά πως επάνω εις το χωρίον Καρυάν, εκεί όπου γίνεται η πανήγυρις (εν)νεάμερον,είναι η εκλησία και ήτο μοναστήριον οπόταν εβασίλευον οι χριστιανοί.» Και ο Μητροπολίτης Κοζάνης σε έκθεσή του στις αρχές του προηγούμενου αιώνα σημειώνει; <<Αλλά και μετά την καταστροφή της Μονής που συντελέστηκε επί Ενετοκρατίας, οι χριστιανοί ου μόνον του Χωρίου εκείνου αλλά και πάντων των πέριξ ,ευβλάβεια φερόμενοι εξηκολούθουν επί των ερειπίων της μονής την τέλεσιν πανηγύρεως>>. Η Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, αναφερόμενη στο ιστορικό της Παναγίας της Ολυμπιώτισσας γράφει μεταξύ άλλων. « Η εικόνα μεταφέρθηκε στην Ελασσώνα από την ιερά Μονή του χωρίου Καρυά Ολύμπου, η οποία διαλύθηκε. Η ημερομηνία της μεταφοράς της είναι άγνωστη διότι όπως αναφέρει χειρόγραφο της Μονής χάθηκαν τα παλαιά ιστορικά στοιχεία από τις ανωμαλίες των Τούρκων…….. Η μεταφορά της εικόνας συνδέεται με το θρύλο , ότι μετά τη διάλυση της Μονής της Καρυάς, η Εικόνα αυτή της Παναγίας με θαυματουργικό τρόπο ξεκίνησε να έλθει στη Μονή της Ελασσώνας. Την νύχτα, ένας βοσκός είδε περίεργο φως να βγαίνει από σωρό αγρίων χόρτων της περιοχής. Επειδή φοβήθηκε από το φαινόμενο, έριξε πέτρα προς το μέρος που φαινόταν το φως. Αμέσως αισθάνθηκε να παραλύει το χέρι του και έντρομος έτρεξε στην Καρυά, διηγούμενος στους ομοχωρίους του αυτό που έγινε. Το πρωί της άλλης μέρας ,πήγαν όλοι σ’ εκείνο τον τόπο και αφού έψαξαν, ανακάλυψαν την εικόνα της Παναγίας, με την μικρή πέτρα που εκσφενδόνησε ο βοσκός , σφηνωμένη σ΄ αυτήν. Αμέσως ο βοσκός μετενόησε και το χέρι του έγινε καλά ,ενώ οι κάτοικοι της Καρυάς μετέφεραν την εικόνα στη μονή της Ελασσώνας.. Σύμφωνα όμως με την ακολουθία της μονής της Παναγίας, εκείνος που πέταξε την πέτρα , ήταν ασεβής Τούρκος. Όλη η εικόνα είναι επάργυρη, με την σφηνωμένη πέτρα πάνω της και σώζεται σαν Ιερό και πολύτιμο κειμήλειο της Μονής. Είναι το Σέμνωμα και το καύχημα της Ελασσώνας και της γύρω περιοχής και θεωρείται θαυματουργός….»
Η παράδοση της Καρυάς θέλει το θρύλο να έχει μια άλλη εξέλιξη. Όταν ο βοσκός πέταξε την πέτρα και χτύπησε το στήθος της Παναγίας, μαρμάρωσε ο ίδιος και όλο το κοπάδι του και το σκυλί του. Ο μεγάλος βράχος με το φράψο στη ρίζα του, που βρίσκεται 20-25 μέτρα μακριά από το σημείο της φανέρωσης, είναι ο μαρμαρωμένος βοσκός με την κλίτσα του. Πιο πάνω στην πλαγιά οι διάσπαρτες πέτρες είναι τα πρόβατα και απέναντι μακριά στο λάκκο Κιούγκι, ένας μεγάλος βράχος ,είναι το μαρμαρωμένο σκυλί. Ο ερχομός της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας στο μοναστήρι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος , επισκίασε την πρώτη ονομασία του και εδώ και 700-800 χρόνια, όλοι το γνωρίζουν ως μοναστήρι της Παναγίας της Ολυμπιώτισσας.
Σήμερα, η εικόνα της Παναγίας, μεταφέρεται από τους κατοίκους της Καρυάς το απόγευμα της 15ης Αυγούστου από τη Μονή της Ολυμπιώτισσας στο χωριό ,στην είσοδο του οποίου την υποδέχονται με τυμπανοκρουσίες όλοι οι κάτοικοι. Για οκτώ ημέρες όλα τα σπίτια του χωριού έχουν τη χαρά να την υποδεχθούν και να κρατήσουν τη χάρη της από λίγα λεπτά μέχρι και μερικές ώρες. Στις 23 Αυγούστου , την ημέρα που πανηγυρίζει ο ναός, με τα χέρια τους οι πιστοί την ανεβάζουν στο εκκλησάκι από όπου έφυγε πριν από επτακόσια ίσως και περισσότερα χρόνια .Το απόγευμα της ίδιας ημέρας την ξεπροβοδούν και επιστρέφει πάλι στη Μονή της Ελασσόνας. Μέχρι τη δεκαετία του 1950, η εικόνα μεταφερόταν από την Ελασσόνα πεζή με τα χέρια των πιστών. Τουτο το σκηνικό επαναλαμβανόταν αδιάλειπτα από το 13ο αιώνα μέχρι σήμερα , αν εξαιρέσει κανείς τα τρία χρόνια του εκπατρισμού (1947-50)
Εκατόν πενήντα μέτρα περίπου πιο κάτω από την εκκλησία της Παναγίας, υπάρχει ένα μικρό εκκλησάκι που το ιερό του είναι σκαλισμένο μέσα σε βράχο πάνω στον οποίο διακρίνει κανείς τρείς ανάγλυφους σταυρούς. Στο σημείο εκείνο κατά την παράδοση, φανερώθηκε η Παναγία.
5.- Ο ναός της Αναλήψεως.
Στην μεγάλη κορυφή της Οξιάς, στο κέντρο του παλαιόκαστρου, σύμφωνα με τα γραφόμενα του ιατροφιλόσοφου Αθ. Οικονομίδη,το 1883 «υπήρχε εκκλησία, καλουμένη της Αγ. Ανάληψις, της οποίας τα ερείπια σώζονται και σήμερον και κατά την εορτήν της Αγ. Αναλήψεως πολλοί άνθρωποι εκ του χωρίου αναβαίνουσιν μετά τινος ιερέως επί της κορυφής του όρους, τελούντες λειτουργείαν εν τω εκεί ηρειπωμένω ναϊσκω.»
Επειδή η ανάβαση στην κορυφή του βουνού ήταν δύσκολη ίσως και αδύνατη για πολλούς γι αυτό φαίνεται πως οι Καρυώτες δεν επισκεύασαν εκείνο το ναό. Αντί αυτού ανήγειραν ένα εκκλησάκι της Αναλήψεως , στη βάση της Οξιάς, δίπλα σε μια πηγή που το νερό της αναυλιζει μέσα από το βράχο. Εκεί στην πηγή αυτή , ανήμερα της Ανάληψης όλες οι κοπέλες του χωριού παλαιά έπλεναν τις εικόνες του σπιτιού τους